ΔΙΑΛΟΓΟΣ1
A
voce piu ch᾿al ver drizzan li volti;2
E cosi ferman sua opinione,
Prima ch᾿arte o ragion per lor s᾿ascolti
E cosi ferman sua opinione,
Prima ch᾿arte o ragion per lor s᾿ascolti
Dante
Purg. XXVI, 121-123
ΠΟΙΗΤΗΣ — ΦΙΛΟΣ — ΣΟΦΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ
ΦΙΛ. Ἔπειτα ἀπὸ τόσες ὁμιλίες, ἐξέχασες κοιτάζοντας κατὰ τὸ Μοριά.
ΠΟΙΗΤ. Ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐξέχασες καὶ σύ, γιατὶ δὲν μοῦ ὁμιλοῦσες παντελῶς· εἶναι πιθανὸ νὰ ἐστοχαζόμασθε τὰ ἴδια πράγματα καὶ οἱ δύο· ἠμπορεῖ νὰ ἐπέρασαν τρεῖς ὦρες ἀφοῦ ὁ ἥλιος ἐμεσουράνησε, θέλουν ἀκόμη τέσσερες γιὰ νὰ θολώσουν τὰ νερά, καί, ἂν θέλεις, ἠμποροῦμε νὰ καθίσουμε εἰς τούτη τὴν πέτρα, καὶ νὰ ξαναρχινήσουμε.
ΦΙΛ. Ἂς καθίσουμε· γλυκειὰ ἡ μυρωδιὰ τοῦ πελάγου, γλυκὸς ὁ ἀέρας, καὶ ὁ οὐρανὸς ἀσυγνέφιαστος.
ΠΟΙΗΤ. Τὸ πέλαγο εἶναι ὅλο στρωτό, καὶ ὁ ἀέρας λεπτότατος, καὶ ὅποιος ἤθελε νὰ κινήσῃ γιὰ τὸ Μοριά, δὲν ἠμποροῦσε νὰ κάμῃ ταξείδι χωρὶς νὰ δουλέψουν ἀκατάπαυστα τὰ κουπιά.
ΦΙΛ. Τί σοῦ ἀρέσει περισσότερο, ἡ ἡσυχία τῆς θαλάσσας, ἢ ἡ ταραχή;